- δωδεκαλινος
- δωδεκάλινοςδωδεκά-λῐνος2свитый из двенадцати нитей
(τὰ ἐνόδια Xen.)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
(τὰ ἐνόδια Xen.)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
δωδεκάλινος — δωδεκάλινος, ον (Α) (για κυνηγετικό δίχτυ) με δώδεκα κλωστές … Dictionary of Greek
δωδεκάλινα — δωδεκάλινος of twelve threads neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)